Δημοσιεύθηκε στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών στις 10/08/2021
Η πολιτεία και η κοινωνία για να συμβαδίσουν οφείλουν, πέραν της τυπικής επιστημονικής ακαδημαϊκής εκπαίδευσης, να εκλαϊκεύουν την επιστήμη και να την κάνουν προσιτή στο ευρύ κοινό.
● Μόνο μια ορθολογική και πληροφορημένη κοινωνία θα καταφέρει να μην ολισθήσει στον σκοταδισμό που την απειλεί.
Μεγάλωσα στο μικρό νησί της Σύμης τη δεκαετία του ’80. Τότε το σχολείο αποτελούσε για μένα σχεδόν αποκλειστική πηγή μόρφωσης και εκπαίδευσης. Η οποιαδήποτε απορία μου για το πώς λειτουργούν και αλληλεπιδρούν τα έμβια και τα άβια του κόσμου που με περιέβαλλε, αν δεν καλυπτόταν από τη σχολική ύλη, κατευθυνόταν αναγκαστικά στους δασκάλους μου. Αυτοί μου δώριζαν ή μου πρότειναν βιβλία, και έτσι η γνώση μου εμπλουτιζόταν, πλάταινε και βάθαινε.
Από τα πρώτα εφηβικά μου χρόνια στα αναγνώσματά μου προστέθηκαν οι πολιτικές εφημερίδες, τις οποίες με έστελνε να αγοράσω ο παππούς μου. Μόλις τον έπαιρνε ο ύπνος τις έπιανα και τις διάβαζα κι εγώ. Ετσι έμαθα τι σημαίνει δημοσιογραφική έρευνα, τεκμηρίωση και μέσα από επιφυλλίδες, που αποτελούσαν «παράθυρο στον κόσμο», ποια είναι τα τρέχοντα πολιτιστικά ρεύματα και δρώμενα και ποιες οι πρόσφατες επιστημονικές ανακαλύψεις.
Το 1992 ξεκίνησα να σπουδάζω Πληροφορική. Τότε το διαδίκτυο ήταν στα σπάργανά του και φάνταζε ως τεράστια ευκαιρία για διάδοση της γνώσης και αποκέντρωση των ευκαιριών μόρφωσης. Αυτό τελικά συνέβη, αλλά όχι δίχως παρενέργειες. Με το διαδίκτυο ο κάθε άνθρωπος μπορούσε πλέον να γίνει πομπός της πληροφορίας και να επικοινωνήσει μαζικά, δυνητικά με ολόκληρο τον κόσμο, μια και το μήνυμά του μπορούσε να αναπαραχθεί και να αναμεταδοθεί διαδοχικά από άπειρους άλλους ανθρώπους. Αυτό προφανώς και έφερε έναν εκδημοκρατισμό στη μετάδοση της πληροφορίας, αφαιρώντας εξουσία από τα ΜΜΕ που ώς τότε τη μονοπωλούσαν. Είχε όμως και αντίκτυπο στην αξιοπιστία και την ποιότητα της πληροφορίας, γιατί ο πομπός της δεν χρειαζόταν κανενός είδους πιστοποίηση για να μεταδίδει, δεν ήταν υποχρεωμένος να τεκμηριώνει και δεν αναλάμβανε και καμία ευθύνη σε περίπτωση που παραπληροφορούσε ή και έβλαπτε.
Το διαδίκτυο απλά συνέχισε μια τάση που ξεκίνησε με την ιδιωτική τηλεόραση: την αντικατάσταση της επίπονης δημοσιογραφικής δουλειάς, με παροχή εύληπτου περιεχομένου. Περιεχομένου συχνά υπερβολικού που δημιουργούσε εντύπωση, έφερνε τηλεθέαση, συχνά συνδυαζόταν με διασκέδαση (infotainment) και προβολή προϊόντων χορηγών.
Κάτι εξίσου εντυπωσιακό ήταν ότι η πληροφορία με το διαδίκτυο αντί να «σπρώχνεται», περνούσε από φίλτρα και «τραβιόταν» από τους χρήστες με αναζητήσεις σε ειδικούς ιστότοπους που ονομάστηκαν «μηχανές αναζήτησης» με πιο γνωστό σήμερα αυτόν της Google. H Google έχει πολλούς τρόπους να βάζει τάξη στο χάος της πληροφορίας. Ιεραρχεί τα αποτελέσματα της απάντησης στην αναζήτηση που επιστρέφει με βάση τι θεωρεί σημαντικό, πόσοι χρήστες το επιλέγουν και το βλέπουν αλλά και πόσο κοντά είναι στα ενδιαφέροντά μας. Και αυτό το γνωρίζει καταγράφοντας κάθε αναζήτηση που κάνουμε και κάθε υπηρεσία της που χρησιμοποιούμε, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, χάρτες, ημερολόγιο κ.λπ.
Οταν η αναζήτησή μας παράγει αποτελέσματα που είναι πιο κοντά στα ενδιαφέροντα και τις πεποιθήσεις μας, τότε οι προκαταλήψεις μας ενισχύονται και αυτό μας κάνει λιγότερο αντικειμενικούς και περισσότερο ευπαθείς στην παραπληροφόρηση. Η τεράστια διαφορά ταχύτητας και ευκολίας στην αναζήτηση της πληροφορίας στο διαδίκτυο αντί την απεύθυνση σε κάποιον ειδικό, σε συνδυασμό με την απουσία τεκμηρίωσης, ευθύνης και ελέγχου ποιότητας, ενέχει έναν μεγάλο κίνδυνο: να διαμορφώνουμε μια κοινωνία η οποία αποτελείται από πολωμένα άτομα και συλλογικότητες που λαμβάνουν αποφάσεις οι οποίες συνάδουν με τις προκαταλήψεις τους, επειδή η πληροφόρηση που δέχονται αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από πληροφορίες που τις επιβεβαιώνουν.
Πολύ συχνά αυτές οι πληροφορίες είναι επικίνδυνα μιμίδια** τα οποία διακινούνται στο διαδίκτυο και συνήθως απέχουν από την πραγματικότητα. Μπορεί να αφορούν ψευδοεπιστήμη, ψευδοϊστορία και ψευδείς ειδήσεις και να διαχέονται σε τομείς κρίσιμους για τη σωματική και ψυχική υγεία, όπως είναι τα εμβόλια, τα φάρμακα, οι συμβουλές διατροφής, άσκησης, σχέσεων.
Η οργάνωση σε μικροκοινωνίες ταυτόσημες ως προς τις ιδεολογικές τους πεποιθήσεις στα κοινωνικά δίκτυα, δημιουργεί συχνά στρατιές από φανατισμένους ανθρώπους, των οποίων οι γνώσεις και οι στάσεις αποτελούνται σχεδόν αποκλειστικά από ένα πλέγμα συρραφής επικίνδυνων μιμιδίων. Χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα αποτελεί το αντιεμβολιαστικό κίνημα που σήμερα απειλεί την παγκόσμια υγεία. Η απάντηση σε όλα αυτά τα προβλήματα δεν είναι ο περιορισμός των πομπών της πληροφορίας, αλλά αφενός η δημιουργία πλαισίου λειτουργίας που να διασφαλίζει την ποιότητα της ενημέρωσης που παρέχουν τα ΜΜΕ (διαδικτυακά και μη) και, αφετέρου, η εξοικείωση των πολιτών με τις μεθόδους της επιστήμης και τη χρήση του ορθού λόγου. Αυτά θα αποτελέσουν βασικά εργαλεία ελέγχου αξιοπιστίας της πληροφορίας καθώς αυτή θα διασταυρώνεται από περισσότερες της μιας πηγές.
Για να γίνει αυτό χρειάζεται να επανεξετάσουμε τη στοχοθεσία των εκπαιδευτικών μας συστημάτων. Να σκεφτούμε τι ανθρώπους θέλουμε να διαμορφώνουν, με ποιες δεξιότητες και ποια πρίσματα ερμηνείας του κόσμου. Μια τέτοια οπτική πρέπει να έχει ως αφετηρία την εκρίζωση της μεταφυσικής σκέψης και την εκμάθηση του τρόπου που λειτουργεί η επιστήμη, τους μηχανισμούς, τα όρια και τις αδυναμίες της. Οι ανθρωπιστικές σπουδές θα ολοκληρωθούν αν αρχίσουν να ενσωματώνουν τις τελευταίες ανακαλύψεις στη γνωσιακή επιστήμη και τη γνωστική ψυχολογία, προσεγγίζοντας πολυεπιστημονικά την ανθρώπινη νόηση και συμπεριφορά.
Μια τέτοια προσέγγιση θα οδηγήσει σε ανάπτυξη της τεκμηριωμένης κριτικής σκέψης. Η γνώση παράγεται και μεταδίδεται με ιλιγγιώδεις ταχύτητες. Η πολιτεία και η κοινωνία για να συμβαδίσουν οφείλουν, πέραν της τυπικής επιστημονικής ακαδημαϊκής εκπαίδευσης, να εκλαϊκεύουν την επιστήμη και να την κάνουν προσιτή στο ευρύ κοινό. Μόνο μια ορθολογική και πληροφορημένη κοινωνία θα καταφέρει να μην ολισθήσει στον σκοταδισμό που την απειλεί.
** Μιμίδια: «…θεμελιώδεις μονάδες-φορείς πολιτισμικής κληρονομιάς (τραγούδια, τρόποι συμπεριφοράς, μόδα, επιστημονικές ιδέες, θρησκευτικές πεποιθήσεις/δοξασίες, κτλ), οι οποίες μεταδίδονται από το ένα άτομο στο άλλο».